«Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμῃν ὑμῖν».
Τὸ γνωστότατον τοῦτο καὶ περίφημον χωρίον, κλασσικὸν περὶ Τριάδος καὶ ἱεραποστολῆς, ὡς πρὸς τὴν λέξιν «μαθητεύσατε» ἑρμηνεύεται καὶ μεταφράζεται ἐσφαλμένως. Νομίζεται δηλαδή, ὅτι τὸ «μαθητεύσατε» σημαίνει «διδάξατε» ἢ «καταστήσατε μαθητάς». Καὶ βεβαίως αὐτὴ εἶνε ἡ ἀρχικὴ καὶ συνήθης σημασία τοῦ ρήματος «μαθητεύω», ὅθεν καὶ παρασύρονται οἱ ερμηνευταὶ εἰς ἐσφαλμένην ἐξήγησιν. Ἀλλ’ ἐν τῷ προκειμένω χωρίῳ τοῦ Ματθαίου τὸ ρῆμα ἔχει ἐκφύγει ἐκ τῆς ἀρχικῆς καὶ συνήθους ἐννοίας καὶ ἔχει λάβει εἰδικὴν ἔννοιαν, ἡ ὁποία οὔτε περιέχει την ἔννοιας τῆς διδαχῆς καὶ μαθητείας, ἀλλ’ οὔτε ἀναγκαίως προϋποθέτει αὐτήν.
Τὸ «μαθητεύσατε» δὲν σημαίνει μέθοδος καὶ τρόπον, ἤτοι διδαχὴν καὶ μαθητείαν, πρὸς τὸν σκοπὸν νὰ καταστοῦν οἱ ἄνθρωποι μέλῃ τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλὰ σημαίνει αὐτὸν τοῦτον τὸν σκοπόν, τὸ νὰ καταστοῦν δηλαδὴ μέλῃ τῆς Ἐκκλησίας. Δι’ ἄλλων λόγων τὸ «μαθητεύσατε» σημαίνει «καταστήσατε χριστιανούς», «ἐκχριστιανίσατε».
Ὅτι δὲ πράγματι τὸ «μαθητεύσατε» σημαίνει ἐκχριστιάνισιν καὶ ὄχι μέθοδον ἢ τρόπον πρὸς ἐπίτευξιν αὐτῆς, ἤτοι διδασκαλίας καὶ μαθητείαν, τοῦτο ἀποδεικνύεται ἐκ του ὅτι μέθοδον ἢ τρόπον σημαίνουν αἱ δύο μετοχαὶ «βαπτίζοντες», «διδάσκοντες», αἱ ὁποῖαι εἶνε τροπικαί. Ἐπίσης τοῦτο ἀποδεικνύεται ἐκ τῆς σημασίας τῶν ἐν λόγῳ δύο μετοχῶν. Ὁ Κύριος ἔδωκεν εἰς τοὺς Ἀποστόλους τὴν ἐντολὴν νὰ «μαθητεύσουν» τὰ ἔθνη – πῶς; – «βαπτίζοντες», «διδάσκοντες». Ἄν τὸ ρῆμα «μαθητεύσατε» εἶχεν ἐδῶ τὴν ἔννοιαν τῆς διδαχῆς καὶ μαθητείας, ἡ μετοχὴ «βαπτίζοντες» θὰ ἦτο ἀσυμβίβαστος πρὸς αὐτὸ καὶ ἀκατανόητος, ἡ δὲ μετοχὴ «διδάσκοντες» θὰ ἦτο ταυτολογία. Οὕτῳ δὲ ἡ ἔννοια τῆς ἐντολῆς τοῦ Κυρίου θὰ ἦτο: «Διδάξατε τὰ ἔθνη μὲ τὸ νὰ βαπτίζετε, μὲ τὸ νὰ διδάσκετε»! Ἀλλὰ τώρα ἡ ἔννοια εἶνε: «Ἐκχριστιανίσατε τὰ ἔθνη μὲ τὸ νὰ βαπτίζετε, μὲ τὸ νὰ διδάσκετε».
Ἀξία παρατηρήσεως καὶ ἡ ἀντίθεσις μεταξὺ τοῦ ἀορίστου χρόνου «μαθητεύσατε» καὶ τοῦ ἐνεστῶτος χρόνου «διδάσκοντες». Καὶ ἡ ἀντίθεσις αὐτὴ δεικνύει, ὅτι ἐδῶ τὸ «μαθητεύω» δὲν ἔχει τὴν αὐτὴν σημασίας μὲ τὸ «διδάσκω». Ἄξιον παρατηρήσεως ἐπίσης, ὅτι προηγεῖται το «βαπτίζοντες» καὶ ἕπεται τὸ «διδάσκοντες». Καὶ τοῦτο, ὄχι μόνον διότι χριστιανὸς γίνεται τίς κυρίως διὰ τοῦ μυστηρίου τοῦ βαπτίσματος, ἀλλὰ καὶ διότι ὁ Κύριος ἀποβλέπει εἰς τὰ νήπια, τὰ ὁποῖα πρῶτον βαπτίζονται καὶ ὕστερον διδάσκονται. Ἄξιον δὲ παρατηρήσεως καὶ ὅτι αἱ μετοχαὶ τοῦ χωρίου τίθενται παραλλήλως καὶ ἀσυνδέτως. Δὲν λέγει δηλαδὴ «βαπτίζοντες καὶ διδάσκοντες», ἀλλὰ «βαπτίζοντες, διδάσκοντες». Τοῦτο σημαίνει, ὅτι εἴτε τὸ βάπτισμα ἢ ἡ διδαχὴ πρέπει νὰ ἐφαρμόζονται ἀναλόγως τῆς περιπτώσεως. Τὸ βάπτισμα εἰς τὰ νήπια, ἡ διδαχὴ εἰς τοὺς μεγάλους (ἀκολουθουμένη βεβαίως ὑπὸ τοῦ βαπτίσματος).
Κατὰ ταῦτα τὸ χωρίον εἶνε ἐπιχείρημα ὑπὲρ τοῦ νηπιοβαπτισμοῦ, καὶ ὄχι ἔνδειξις κατὰ τοῦ νηπιοβαπτισμοῦ, ὅπως νομίζουν οἱ παρερμηνεύοντες τὸ «μαθητεύσατε» καὶ τονίζοντες τὴν προτεραιότητα αὐτοῦ ὡς πρὸς τὸ «βαπτίζοντες».
Ὅτι τὸ «μαθητεύσατε» δὲν ἔχει την ἔννοιας τῆς διδαχῆς, ἀλλὰ τῆς ἐκχριστιανίσεως, ἀποδεικνύεται ἐπίσης ἐκ τοῦ χωρίου Πράξ. 14 : 21: «Εὐαγγελισάμενοί τε τὴν πόλιν ἐκείνην καὶ μαθητεύσαντες ἱκανούς, ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Λύστραν». Καὶ ἐν τῷ χωρίῳ τούτῳ τὸ «μαθητεύω», ἂν καὶ ἡ ἔννοια τοῦ εἶνε προφανεστέρα ἐνταῦθα, δὲν ἀποδίδεται ὀρθῶς. Ἡ ὀρθὴ ἔννοια τοῦ ὅλου χωρίου εἶνε: «Καὶ ἀφοῦ ἐκήρυξαν τὸ εὐαγγέλιον εἰς τὴν πόλιν ἐκείνην καὶ ἐξεχριστιάνισαν ἀρκετούς, ἐπέστρεψαν εἰς τὴν Λύστραν». Ἐδίδαξαν πολλούς, ἐξ αὐτῶν δὲ διὰ τοῦ βαπτίσματος κατέστησαν χριστιανοὺς ἀρκετούς.
Τέλος, ὅτι τὸ «μαθητεύσατε» σημαίνει «ἐκχριστιανίσατε» φαίνεται καὶ ἐκ του ὅτι εἰς τὰς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων το «μαθητὴς» σημαίνει «πιστός», «ὀπαδὸς τοῦ Χριστοῦ», «μέλος τῆς Ἐκκλησίας», «χριστιανός». Οὕτῳ π.χ. ἕν Πράξ. 9: 26 γράφεται: «Παραγενόμενος δὲ ὁ Σαῦλος εἰς Ἱερουσαλὴμ ἐπειρᾶτο κολλᾶσθαι τοῖς μαθηταῖς» καὶ πάντες ἐφοβοῦντο αὐτόν, μὴ πιστεύοντες ὅτι ἐστὶ μαθητής». Καὶ ἕν Πράξ. 11:26 γράφεται: «Ἐγένετο… χρηματίσαι τε πρῶτον ἐν Ἀντιοχείᾳ τοὺς μαθητὰς χριστιανούς». Διὰ πρώτην φορὰν εἰς τὴν Ἀντιόχειαν «οἱ μαθηταί», τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ὠνομάσθησαν – συνωνύμως – «χριστιανοί».
Κατὰ ταῦτα ἡ ὀρθὴ ἀπόδοσις εἰς τὴν σύγχρονον γλῶσσαν τοῦ ὑπ’ ὄψιν χωρίου Ματθ. 28 : 19 – 20 εἶνε:
«Ἀφοῦ πορευθῆτε, ἐκχριστιανίσατε ὅλα τὰ ἔθνη, μὲ τὸ νὰ βαπτίζετε αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μὲ τὸ νὰ διδάσκετε αὐτοὺς νὰ τηροῦν ὅλα, ὅσα σᾶς διέταξα».
Από το βιβλίο “ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΔΥΣΚΟΛΩΝ ΧΩΡΙΩΝ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ (Α΄)”
του Θεολόγου Νικόλαου Σωτηρόπουλου.
Αδελφότητα “Ο Σταυρός”.